Τσόντος Γεώργιος (Σφακιά, 1871 – Αθήνα, 1942)
Στοά "Ησίοδος"

Γιος του Κρητικού ήρωα Χαράλαμπου Τσόντου, ο οποίος απαγχονίστηκε κατά διαταγή του Μουσταφά πασά Διοικητή της Κρήτης, στη διάρκεια της κρητικής επανάστασης, Νεαρός εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και μόλις αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός πυροβολικού (1893), έλαβε μέρος στην Κρητική επανάσταση του 1896-1898. Εισήλθε στο εκστρατευτικό σώμα υπό τον Συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο και πολέμησε μαζί του. Το 1905 έγινε υπολοχαγός.

Έφυγε με αποστολή για την Μακεδονία όπου αντικατέστησε στο Δυτικό μέτωπο τον ηρωικό πρώτο μεγάλο πεσόντα τέκτονα Παύλο Μελά (1904). Η προσωνυμία του ήταν Καπετάν Βάρδας από τους πρώτους οργανωτές του Μακεδονικού Κομιτάτου και ήταν αρχηγός των σωμάτων που έδρασαν στις περιοχές, Καστοριάς, Κορεστίων, Φλώρινας, Μοναστηρίου (1904-1907). Προώθησε πολλούς Κρήτες εθελοντές στη Μακεδονία. Η δράση του Τσόντου ήταν μεγάλη και οι Οθωμανικές αρχές τον επικήρυξαν για 1000 χρυσές τουρκικές λίρες. Το 1910 προήχθη σε λοχαγό.

Στη συνέχεια ο Τσόντος πολέμησε στους Βαλκανικούς πολέμους ως επιτελικός ταγματάρχης στις Μεραρχίες Ι και ΙΙΙ (1913). Προτάθηκε από τον Βασιλέα Κωνσταντίνο Α’ στρατιωτικός διοικητής στις περιοχές Κιλκίς , Σερρών, Δράμας, Νευροκοπίου για την εκκαθάρισή τους από τους Βουλγάρους κομιτατζήδες. Με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων παραιτήθηκε από το στράτευμα και έφυγε για τη Βόρειο Ήπειρο όπου συμμετείχε με το κίνημα της Αυτόνομης Ηπείρου υπεύθυνος του Καζά της Κορυτσάς, μέχρι τον Οκτώβριο 1914. Επί κεφαλής μιας δύναμης 3000 στρατιωτών προήλασε πέραν της Μοσχόπολης απωθήσας τους αλβανούς.

Τάχθηκε με την πλευρά του Βασιλέα Κωνσταντίνου και αποτάχθηκε από το στράτευμα. Διέφυγε στην ορεινή Ευρυτανία και Φθιώτιδα όπου και παρέμεινε επί τρεισήμισι χρόνια . Επανήλθε το 1920 και διορίστηκε Διοικητής της Σχολής Ευελπίδων. Με την επανάσταση του 1922 (Πλαστήρας – Γονατάς) αποστρατεύθηκε και πάλι έως το 1926 οπότε προήχθη σε υποστράτηγος και το 1930 εις αντιστράτηγος εν αποστρατεία. Πολιτεύθηκε και εκλέχθηκε με το Λαϊκό Κόμμα τρεις φορές βουλευτής. Το 1935 διετέλεσε επί κυβερνήσεως Κονδύλη, υπουργός Γενικός Δ/της Κρήτης. Άφησε ένα πολύ πλούσιο και σπουδαίο ιστορικό αρχείο.