Ο Αλέξανδρος Β’ της Ρωσίας (29 Απριλίου 1818 – 13 Μαρτίου 1881) ήταν αυτοκράτορας της Ρωσίας από το 1855 έως τη δολοφονία του το 1881. Γνωστός ως ο “Τσάρος Απελευθερωτής,” είναι διάσημος για την κατάργηση της δουλοπαροικίας το 1861, μια από τις σημαντικότερες κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις της ρωσικής ιστορίας.
Γεννήθηκε στη Μόσχα ως γιος του Νικολάου Α’ και της Αλεξάνδρας Φιοντόροβνα. Ανέβηκε στον θρόνο κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου (1853–1856), που ανέδειξε την ανάγκη εκσυγχρονισμού της Ρωσίας. Εκτός από την απελευθέρωση των δουλοπάροικων, ο Αλέξανδρος Β’ προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη, την τοπική αυτοδιοίκηση και τον στρατό. Παράλληλα, ενίσχυσε την ρωσική επιρροή στην Κεντρική Ασία και πούλησε την Αλάσκα στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1867.
Ωστόσο, οι μεταρρυθμίσεις του προκάλεσαν τόσο υποστήριξη όσο και έντονες αντιδράσεις. Οι φιλελεύθεροι θεωρούσαν τις αλλαγές ανεπαρκείς, ενώ οι συντηρητικοί τις έβλεπαν ως απειλή για το καθεστώς. Ο Αλέξανδρος Β’ αντιμετώπισε διαρκώς επαναστατικά κινήματα, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του από μέλη της οργάνωσης “Ναροντίγια Βόλια” (Λαϊκή Θέληση) το 1881 στην Αγία Πετρούπολη.
Η ηγεμονία του Αλέξανδρου Β’ χαρακτηρίζεται από μια σύνθετη κληρονομιά, καθώς συνδύασε τη φιλοδοξία για εκσυγχρονισμό με τις προκλήσεις μιας αυτοκρατορίας σε κρίση.