ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΥ

1.

Οι πρώτες Στοές

Στην Ελλάδα άρχισαν να ιδρύονται Ελληνόφωνες Στοές από το 1780, ενώ µια παραπλήσια προς τον Τεκτονισµό οργάνωση, ιδρύθηκε την ίδια εποχή στην Βιέννη, µε το όνομα «Καλοί Εξάδελφοι». Η οργάνωση αυτή ακολουθούσε όλους τους τεκτονικούς τύπους και είχε σκοπό την συνένωση όλων των Χριστιανών, οι οποίοι βρίσκονταν σε Βαλκανικές χώρες µε προοπτική να αγωνισθούν για την απελευθέρωσή τους από τον Τουρκικό ζυγό. Σε αυτήν την οργάνωση ανήκε και ο µεγάλος Έλληνας υµνητής της Ελευθερίας και κατόπιν Εθνοµάρτυρας Ρήγας Φεραίος.

Η Μεγάλη Στοά της Ελλάδος, ο µόνος νομοθέτης και διευθέτης του εν Ελλάδι Τεκτονισµού, ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα, ουδέποτε έπαυσε να επαγρυπνεί για την πρόοδο, την εξάπλωση και την άνθηση της Τεκτονικής Αδελφότητας. Η δομική συγκρότησή της ήλθε ως φυσικό επακόλουθο της, άλλοτε συστηματικής και άλλοτε όχι, λειτουργίας πολλών άτυπων και ανεπίσημων Στοών στον ευρύτερο ελληνικό χώρο, ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα. Η ουσιαστική ίδρυσή της δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται µόνο ως αναγκαία δράση για την οργάνωση και τον συντονισμό των τότε υφισταμένων Στοών, αλλά και ως αποτέλεσμα της πραγματικής ωρίμανσης του τεκτονικού φαινομένου στους κόλπους των Ελληνικών κοινοτήτων.

Αν και οι ιστορικές πηγές δεικνύουν ότι οι πρώτες Στοές της Ανατολικής Μεσογείου θα πρέπει να λειτούργησαν πιθανώς στην Κωνσταντινούπολη και την Σµύρνη, ο γεωγραφικός χώρος, στον οποίον ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός έµελλε να εδραιωθεί, να αναπτυχθεί, αλλά και να µετουσιωθεί, αποκτώντας την δική του, ξεχωριστή και διακριτή ταυτότητα, ήταν τα πολυτάραχα βενετοκρατούµενα Ιόνια Νησιά. Η εξέλιξη αυτή δεν ήταν άσχετη τόσο µε το κοινωνικό, πολιτικό και οικονοµικό γίγνεσθαι του Ιονίου όσο και µε την προσωπική δράση του Κόµη Διονυσίου Ρώµα, του προσώπου που µε την ακάµατη δράση του καταξίωσε τον εν Ελλάδι Τεκτονισµό και κατέστησε εαυτόν τον πραγµατικό θεµελιωτή του.

2.

Ο Διονύσιος Ρώμας

Στα πανελλήνια τεκτονικά οράµατα του Ρώµα, τα οποία κατέστησαν σαφή ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, στάθηκε αποφασιστικός αρωγός ο Αυτοκρατορικός Επίτροπος του Ναπολέοντα Mathieu de Lesseps, µε την βοήθεια του οποίου κατάφερε να εξυγιάνει τον εν Κερκύρα Τεκτονισµό και να τον συνενώσει, το 1810, σε µία ενιαία Στοά υπό την ονοµασία «Bienfaisance et Philogénie Réunis» («Αγαθοεργία και Φιλογένεια Ηνωµέναι»). Η ονοµασία είναι ενδεικτική του προσανατολισµού και των στόχων που άρχισε να ενστερνίζεται ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός, ο οποίος σκόπευε να µην περιοριστεί απλώς στα έργα κοινής ωφελείας, αλλά και να επεκτείνει τις ενέργειές του, αναλαµβάνοντας και πατριωτική δράση.

Η γενέθλια πράξη της διοικούσας αρχής του εν Ελλάδι Τεκτονισµού τοποθετείται στο 1811, όταν, µε αφορµή την γέννηση του πρώτου γιου του Ναπολέοντα, o Ρώµας και άλλοι σηµαίνοντες τέκτονες ταξίδεψαν στο Παρίσι, όπου κέρδισαν την αναγνώριση της Μεγάλης Ανατολής της Γαλλίας. Επιφορτισµένος από τους τέκτονες αδελφούς του να τους εκπροσωπήσει ενώπιον των γαλλικών τεκτονικών αρχών, ο Ρώµας κατέθεσε αίτηση στη γαλλική Μεγάλη Ανατολή, µε την οποία ζητούσε την εγκαθίδρυση µίας Ηνωµένης Ελληνικής Στοάς, µε έδρα την Κέρκυρα. Η αίτηση έγινε άµεσα δεκτή και ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός απέκτησε µία δίχως προηγούµενο θεσµική υπόσταση, η οποία του επέτρεψε να αναπτυχθεί δυναµικά και να λάβει νέες διαστάσεις, ανταποκρινόµενος στο ύψος των περιστάσεων και τιµώντας την εκτίµηση που του έδειχναν οι ευρωπαίοι οµόλογοί του.

Ωστόσο, η επιτυχία του Ρώµα το 1811 δεν σταµατά εκεί. Ο Κόµης επέστρεψε στα Ιόνια, κοµίζοντας όλα τα σχετικά τεκτονικά διαπιστευτήρια, καθώς και ένα ειδικό δίπλωµα που εξασφάλιζε στον ίδιον και τον Mathieu de Lesseps το δικαίωµα να ιδρύουν αυτοβούλως Στοές. Οι εξελίξεις αυτές καθιστούν σαφές ότι ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός ήταν πλέον σε θέση να ξεκινήσει την πορεία του προς την αυτονόµηση. Το 1811 για τον εν Ελλάδι Τεκτονισµό δεν σηµατοδοτεί µόνον την de facto θεσµική διοργάνωση και συγκρότηση της διοίκησής του, αλλά και την εγκαινίαση µίας περιόδου, κατά την οποία η Αδελφότητα θα χαλυβδωθεί και θα κατασταλάξει στις αρχές εκείνες που επιτρέπουν την αντιµετώπιση του στα Ιόνια Νησιά Τεκτονισµού ως αµιγώς Ελληνικού φαινοµένου, τόσο ως προς τα εξωτερικά του χαρακτηριστικά όσο και ως προς το εσωτερικό περιεχόµενο των αναζητήσεων και των στοχεύσεών του. Για λόγους τεκτονικής αρχαιότητας, αναγνωρίζεται στην Μεγάλη Στοά της Ελλάδος, µε βάση το ως άνω έτος ίδρυσης, η αντίστοιχη ιεραρχική τάξη µεταξύ όλων των Κανονικών Μεγάλων Στοών, ήτοι η Μεγάλη Στοά της Ελλάδος είναι εκ των αρχαιοτέρων Μεγάλων Στοών στον κόσµο.

3.

Πριν και κατά την Επανάσταση

Στα επόµενα χρόνια ανδρώθηκε γρήγορα ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός στα Επτάνησα, πολυσχιδής δε και πολύτιµη υπήρξε η συµβολή του στην Ελληνική Εθνεγερσία. Ιστορική αποβαίνει η Στοά «Ένωσις» της Λευκάδας, γιατί εκεί µυήθηκε ο Εµµανουήλ Ξάνθος και εκεί οραµατίστηκε την ιδέα για την ίδρυση της «Φιλικής Εταιρείας», επί καθαρώς τεκτονικών βάσεων. Τέκτονες που πρωτοστάτησαν στην Επανάσταση του 1821 ήταν, µεταξύ άλλων, ο Παλαιών Πατρών Γερµανός, ο Οικουµενικός Πατριάρχης και Εθνοµάρτυρας Γρηγόριος Ε’, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο Νικόλαος Υψηλάντης, ο Αλέξανδρος Μουρούζης, ο Ιωάννης Καποδίστριας κ.ά.

Με πρωτοβουλία της «Μεγάλης Ανατολής», η οποία µε Μεγάλο Διδάσκαλο τον Διονύσιο Ρώµα, λειτουργούσε στην Κέρκυρα και η οποία πολλά πρόσφερε στον υπέρ της ανεξαρτησίας των Ελλήνων αγώνα, ιδρύθηκε το 1811 στην Μόσχα, η Τεκτονική Στοά «Φοίνιξ», µε την συνεργασία του Ιωάννη Καποδίστρια και του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Επίσης, ιδρύθηκαν η Στοά «Αθηνά» στο Παρίσι και στην συνέχεια η «Εταιρεία των Φιλοµούσων» στην Βιέννη και στην Αθήνα, στις οποίες εργάστηκαν Τέκτονες πατριώτες, οι οποίοι αργότερα εντάχθηκαν και στην «Φιλική Εταιρεία».

Το έτος 1813, µε µέριµνα πάλι του Ιωάννη Καποδίστρια, ιδρύθηκε στο Παρίσι Τεκτονικό Κέντρο, µε την ονοµασία «Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον», στο οποίο η τεκτονική εργασία συνδυαζόταν στενά µε την µυστική προετοιµασία για την απελευθέρωση της Ελλάδος. Εκεί µυήθηκε ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο οποίος µετά την επιστροφή του στην Μόσχα, εµύησε και τον Νικόλαο Σκουφά. Τον ίδιο χρόνο, οι Αθανάσιος Τσακάλωφ και Νικόλαος Σκουφάς, µαζί µε τον Εµµανουήλ Ξάνθο, έθεσαν στην Οδησσό της Ρωσίας, τις βάσεις για τη σύσταση «µυστικής εταιρείας», η οποία έταξε ως σκοπόν της την απελευθέρωση της Ελλάδος από τους Τούρκους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δηµιουργήθηκε στις 14 Σεπτεµβρίου 1814 η «Φιλική Εταιρεία», στην οποία µυήθηκαν πολυάριθµοι διακεκριµένοι Έλληνες πατριώτες – Τέκτονες και µη – και οι οποίοι συνέβαλαν ενεργά, µε υλικά και ηθικά µέσα, στην επίτευξη της Παλιγγενεσίας του Έθνους, ενώ παράλληλα πολλές Ευρωπαϊκές Τεκτονικές Στοές, πρόσφεραν αρκετά χρήµατα για την επίτευξη του ιερού αυτού σκοπού.

Στο ιστορικό δοκίµιο περί της Φιλικής Εταιρείας ο Ιωάννης Φιλήµων, αναφέρει µεταξύ άλλων: «Οι αυτουργοί εδανείσθησαν κανόνας πολλούς από την Εταιρείαν των Μασόνων και τους εφήρµοσαν επιτηδείως εις το πνεύµα και τα πάθη του Έθνους».

Οξύνους και αεικίνητος ο Διονύσιος Ρώµας, δεν επαναπαύθηκε στην γαλλική αναγνώριση και όταν η αναπότρεπτη ήττα του Ναπολέοντα το υπαγόρευσε, οι Τέκτονες του Ιονίου προσέγγισαν τους νέους κυρίαρχους του χώρου, τους Βρετανούς. Στο πνεύµα αυτό, στις 26 Απριλίου 1816, η διοίκηση του εν Ελλάδι Τεκτονισµού υιοθέτησε την επωνυµία «Γαληνοτάτη Μεγάλη Ανατολή της Ελλάδος» και εξέλεξε ως Μεγάλο της Διδάσκαλο τον κατέχοντα το ίδιο αξίωµα της Ηνωµένης Μεγάλης Στοάς της Αγγλίας, τον Πρίγκιπα Αύγουστο Φρειδερίκο, νεαρότερο γιο του Βασιλιά Γεωργίου Γ’ της Αγγλίας και Δούκα του Sussex. Εξόχως σηµαντική υπήρξε και η εκλογή στο αξίωµα του Προσθέτου Μεγάλου Διδασκάλου του νοµικού, πολιτικού και Σεβασµίου της Στοάς «Bienfaisance et Philogénie Réunis» Άγγελου Χαλικιόπουλου, ο οποίος κλήθηκε να διοικήσει τον εν Ελλάδι Τεκτονισµό ως το 1823, οπότε και ο Δούκας του Sussex αποδέχτηκε επισήµως τον τίτλο που του απονεµήθηκε, διατηρώντας τον ως τον θάνατό του, το 1843.

Η Επανάσταση των Ελλήνων για την ανεξαρτησία τους δεν βρήκε αδιάφορο τον Τεκτονισµό. Κάθε άλλο· η Μεγάλη Ανατολή της Ελλάδος ανέλαβε δυναµική δράση, περιθάλποντας τους αγωνιστές της ελευθερίας, προπαγανδίζοντας τις θέσεις του Ελληνικού ζητήµατος στην Ευρώπη και δηµιουργώντας επικοινωνιακά δίκτυα που µετέφεραν πληροφορίες τόσο από τις φίλες δυνάµεις όσο και από το στρατόπεδο του εχθρού. Πλήθος διοργανωτών και µαχητών της Ελληνικής Επανάστασης κατείχε την τεκτονική ιδιότητα ή σχετίστηκε µε τους τεκτονικούς κύκλους της εποχής του, ενώ η διοίκηση του εν Ελλάδι Τεκτονισµού περιόρισε την ενασχόλησή της µε τις πνευµατικές και φιλοσοφικές αναζητήσεις και έπεσε µε ειλικρινές πάθος στη φωτιά του Πολέµου, προσφέροντας πόρους, καθοδήγηση και εµψύχωση.

4.

Μετά την Επανάσταση

Στο ανεξάρτητο πλέον Ελληνικό Κράτος, ο Τεκτονισµός απέκτησε σύντοµα τα ερείσµατά του, όπως µαρτυρείται από τη λειτουργία αρκετών Στοών που εργάζονταν ανά την επικράτεια κατά τα µέσα του 19ου αιώνα. Ωστόσο, µε την απώλεια των µεγάλων προσωπικοτήτων, πατέρων του ελληνικού Τεκτονισµού και τον θάνατο του ίδιου του Μεγάλου Διδασκάλου, η Μεγάλη Ανατολή µοιραία περιήλθε σε φάση παρακµής. Βεβαίως, παρά την µοιραία αποκέντρωση, οι εξελίξεις απέδειξαν ότι το τεκτονικό φαινόµενο είχε αποκτήσει ρίζες στην ελληνική πραγµατικότητα. Απόδειξη τούτου ήταν ότι την περίοδο εκείνη, οι Στοές υιοθέτησαν σταδιακά την ελληνική γλώσσα, ενώ µετέφρασαν στα ελληνικά και τα τυπικά τους.

Το 1843 έπαψε να λειτουργεί η Γαληνοτάτη Μεγάλη Ανατολή. Αλλά µετά είκοσι έτη, το 1863, ιδρύθηκε στην Αθήνα, κανονική Τεκτονική Στοά µε το όνοµα «Πανελλήνιον», µε έγκριση και υπό την αιγίδα της Μεγάλης Ανατολής της Ιταλίας. Στη συνέχεια ιδρύθηκαν κι άλλες κανονικές Στοές η «Ποσειδωνία» στον Πειραιά, ο «Σκουφάς» στη Χαλκίδα, ο «Αρχιµήδης» στην Πάτρα, οι «Παίδες Λεωνίδου» στη Σύρο, ο «Ρήγας Φεραίος» στη Λαµία, η «Πρόοδος» στο Άργος. Οι επτά αυτές Στοές συνενώθηκαν το έτος 1864 και ζήτησαν από την Μεγάλη Ανατολή της Ιταλίας, την άδεια ιδρύσεως της ανεξάρτητης Μεγάλης Ανατολής της Ελλάδος. Ωστόσο, η Μεγάλη Ανατολή της Ιταλίας αρνήθηκε, επέτρεψε δε µόνο την ίδρυση Ανωτάτου Τεκτονικού Διευθυντηρίου στην Αθήνα, υπό την αιγίδα της, µε ιθύνοντα νου τον καθηγητή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστηµίου Αθηνών Νικόλαο Δαµασκηνό και µε συµπαραστάτες τον ακαδηµαϊκό και πολιτικό Δηµήτριο Σ. Μαυροκορδάτο και τον επίσης πολιτικό Σπήλιο-Σπυρίδωνα Αντωνόπουλο.
Η τριανδρία αυτή, µε αναπληρωµατικό µέλος τον καθηγητή Ιωάννη Παπαδάκη, εργάστηκε αποφασιστικά για την αναπτέρωση της Αδελφότητας και έσπευσε να ιδρύσει νέες Στοές. Η καταλυτική δράση της νέας διοίκησης µετέβαλε τα δεδοµένα και έτσι σύντοµα, το 1867, η Μεγάλη Ανατολή της Ιταλίας αναγνώρισε την ανεξαρτησία του εν Ελλάδι Τεκτονισµού, επικεφαλής του οποίου συγκροτήθηκε, το 1868, η νέα «Μεγάλη Ανατολή της Ελλάδος» η οποία, µε την αναθεώρηση του Τεκτονικού Συντάγµατος το έτος 1936, µετονοµάστηκε σε «Μεγάλη Στοά της Ελλάδος».

Το νέο αυτό σώµα καθυστέρησε να εκλέξει τον Μεγάλο του Διδάσκαλο, καθώς έκρινε αναγκαία την εξεύρεση µίας φυσιογνωµίας µεγάλου εκτοπίσµατος για να αναλάβει την έδρα. Ως καταλληλότερος υποψήφιος προκρίθηκε ο Δηµήτριος Ροδοκανάκις, του οποίου η καταγωγή και το υψηλό διεθνές κύρος τον καθιστούσαν ιδανικό για το αξίωµα. Ο Ροδοκανάκις κλήθηκε από την Μεγάλη Βρετανία στην Ελλάδα και σύντοµα αποδείχθηκε αντάξιος της φήµης που τον συνόδευε. Ο υπερδραστήριος νέος επικεφαλής του εν Ελλάδι Τεκτονισµού ταξίδεψε αυτοπροσώπως, επί οκτώ µήνες, σε ολόκληρη την επικράτεια και επισκέφτηκε τις ζώσες Στοές, για να εντοπίσει τις παθογένειές τους και να καλλιεργήσει κλίµα οµόνοιας και οµοφροσύνης µεταξύ των Ελλήνων Τεκτόνων. Λίγο αργότερα, στις 22 Οκτωβρίου 1872, κατά την πρώτη Μεγάλη Γενική Συνέλευση της Μεγάλης Ανατολής της Ελλάδος, ο Ροδοκανάκις εξελέγη παµψηφεί ως πρώτος Μέγας Διδάσκαλος. Δύο ηµέρες αργότερα ο Ροδοκανάκις συνέστησε το «Ύπατο Ελληνικό Συµβούλιο του 33ου Βαθµού», στο οποίο ανέλαβε επικεφαλής ως «Ύπατος Μέγας Ταξιάρχης», καθιστώντας εαυτόν το µόνον πρόσωπο στην ιστορία του εν Ελλάδι Τεκτονισµού, το οποίο χρηµάτισε ταυτοχρόνως προκαθήµενος του Συµβολικού και του Τεκτονισµού των επιγενοµένων τεκτονικών βαθµών του Σκωτικού Τύπου.

Ως την αυγή του 20ου αιώνα, ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός κλήθηκε να αντιµετωπίσει πλήθος δυσχερών συγκυριών. Οι Τέκτονες βρέθηκαν αρκετές φορές στο στόχαστρο ακραιφνών συντηρητικών κύκλων, ενώ προέκυψαν και εσωτερικού χαρακτήρα ζητήµατα που συσκότισαν επ’ ολίγον το πνευµατικό έργο της Αδελφότητας. Παρ’ όλα αυτά, δεν θα ήταν ορθό, αλλά αντιθέτως άδικο, να στιγµατιστεί η πορεία του τεκτονισµού από τα µέσα του 19ου αιώνα ως και το πρώτο τέταρτο του 20ου, ως περίοδος αδράνειας. Μέσα από τις αντιξοότητες ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός χαλυβδώθηκε και κυρίως αποκρυσταλλώθηκε, κατασταλάζοντας στην δοµή, τον χαρακτήρα και την ταυτότητά του. Μέσα στα δύσκολα αυτά χρόνια, η Μεγάλη Ανατολή και στην συνέχεια η Μεγάλη Στοά της Ελλάδος, κατέστησε αδιαφιλονίκητο επίκεντρο του εν Ελλάδι Τεκτονισµού την Αθήνα, διατηρώντας παράλληλα πάντοτε αγαστές σχέσεις µε την περιφέρεια, εξασφάλισε πλήθος διεθνών αναγνωρίσεων και κατέληξε στις πνευµατικές διδαχές και το περιεχόµενο των τυπικών της. Παραλλήλως, διαµόρφωσε οριστικώς το διοικητικό και λειτουργικό της σύστηµα, διαχωρίζοντας σαφώς την ηγεσία του Συµβολικού Τεκτονισµού, αποτελουµένου από τους βαθµούς του Μαθητού, του Εταίρου και του Διδασκάλου, από τους επιγενοµένους βαθµούς του Μυστικού Διδασκάλου (4ος) µέχρι και του Υπάτου Μεγάλου Γενικού Επιθεωρητού (33ος), οι οποίοι θα ανήκαν στο εξής στη δικαιοδοσία της Μεγάλης Στοάς και του Υπάτου Συµβουλίου, αντιστοίχως.

5.

Στον 20ο αιώνα

Η διαρκής εµπόλεµη κατάσταση της Ελλάδας κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, δεν βρήκε αµέτοχο τον τεκτονικό κόσµο, ο οποίος έσπευσε να ενισχύσει τους εθνικούς αγώνες. Εν µέσω των ταραγµένων αυτών ετών, η τότε Μεγάλη Ανατολή και στην συνέχεια Μεγάλη Στοά της Ελλάδος, αναπτύχθηκε και παρουσίασε σπουδαίο κοινωνικό έργο, ενώ τις υπό την αιγίδα της Στοές, κόσµησαν µερικές από τις πλέον κορυφαίες προσωπικότητες της χώρας. Επιστέγασµα της εξέλιξης αυτής αποτέλεσε και η διοικητική της ισχυροποίηση και αναδιοργάνωση, η οποία οδήγησε στην ίδρυση το 1928 του Τεκτονικού Ιδρύµατος και στην τελική της µετονοµασία σε Μεγάλη Στοά της Ελλάδος, το 1936. Από την άλλη, η συµµετοχή στην υπεράσπιση των ιδανικών της πατρίδας ήρθε µε βαρύτατο τίµηµα, µε την Μεγάλη Στοά να υποφέρει, µαζί µε το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, υπό την σκληρή Γερµανική Κατοχή και να αναγκάζεται να αποχωρήσει από το επιταγµένο της κτήριο που στεγαζόταν και να διακόψει υποχρεωτικώς, για µία και µοναδική φορά στην ιστορία την λειτουργία της, κατά την περίοδο 1941-1945.

Κατά τα νεότερα χρόνια, ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός πέτυχε να γιατρέψει τις πληγές που του προκάλεσε ο Β’ Παγκόσµιος Πόλεµος και να περάσει σε φάση αναδιάρθρωσης και γενικότερης άνθησης. Μετά τον πόλεµο και µε την αποκατάσταση της ειρήνης, ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός ανασυντάχθηκε και ανάπτυξε βαθµιαία υψηλό πνευµατικό έργο. Στο πλαίσιο αυτό, συνεχίζει να εκδίδεται το Τεκτονικό Δελτίο «Πυθαγόρας» που πρωτοκυκλοφόρησε το 1882 και από τότε άλλαξε διάφορους τίτλους µέχρι το 2023, οπότε κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος του σηµερινού πλέον τεκτονικού δελτίου «Γνώµων». Στις 3 Μαρτίου 1945 συγκλήθηκε η πρώτη µεταπολεµική συνέλευση του Μεγάλου Συµβουλίου της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος και µεθοδεύτηκε η εξυγίανση του τεκτονικού σώµατος και η επανέναρξη των εργασιών των Στοών.

Σύντοµα, η διοίκηση του εν Ελλάδι Τεκτονισµού εγκαταστάθηκε στην έδρα της, στο διώροφο τότε κτίριο που αγοράστηκε στην συµβολή των οδών Αχαρνών και Σουρµελή στην Αθήνα και στην θέση του ανεγέρθηκε το µεγαλοπρεπές Τεκτονικό Μέγαρο Αθηνών, εις εκπλήρωση των στόχων των ιδρυτών του Τεκτονικού Ιδρύµατος το 1928, όπου στεγάζεται µέχρι σήµερα.

6.

Έργα Αλληλεγγύης

Κατά την περίοδο αυτή, υπό την καθοδήγηση του Μεγάλου Διδασκάλου Αλέξανδρου Τζαζόπουλου, οριστικοποιήθηκε η δοµή και το περιεχόµενο των τεκτονικών τυπικών, ενώ η κοινωνική προσφορά του ελληνικού Τεκτονισµού γνώρισε την εξαιρετική διεύρυνση που καθιέρωσε τον φιλανθρωπικό χαρακτήρα, τον οποίον τιµά µέχρι τις µέρες µας η Μεγάλη Στοά της Ελλάδος. Ο εν Ελλάδι Τεκτονισµός έσπευσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες µιας ελληνικής κοινωνίας, καθηµαγµένης από εξωτερικές και εσωτερικές συγκρούσεις, πολιτικούς τριγµούς και οικονοµική δυσπραγία. Η ίδρυση των νυκτερινών σχολών µέσης εκπαίδευσης «Μέλης» και «Φοίνιξ», και της παιδούπολης «Η Θεοµήτωρ», καθώς και η δυναµική ενίσχυση του έργου της «Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας», του «Συλλόγου S.O.S.».

Μεγαλειώδες έργο των λαµπρών Τεκτόνων, Αλεξάνδρου Τζαζοπούλου και Γεωργίου Κατσαφάδου, υπήρξε και η δηµιουργία και λειτουργία ειδικού Ξενώνα µε την ονοµασία «Οίκος Ξενίας και Περιθάλψεως Ασθενών» στην Κάτω Κηφισιά, για καρκινοπαθείς που προέρχονταν από την Ελληνική Επαρχία και στερούντο των µέσων διαµονής στην Αθήνα, προκειµένου να υποβάλλονται σε ειδική θεραπευτική αγωγή στα δύο µεγάλα Αντικαρκινικά Νοσηλευτικά Ιδρύµατα, «Άγιος Σάββας» και «Μεταξά». Ο ξενώνας αυτός επεκτάθηκε συν τω χρόνω σε νέο κτιριακό συγκρότηµα, εξοπλίστηκε, στελεχώθηκε µε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και λειτούργησε ως ενιαίο Αντικαρκινικό Νοσοκοµείο µε την ονοµασία «Άγιοι Ανάργυροι», µέχρι το 1986. Έκτοτε εντάχθηκε στο Εθνικό Σύστηµα Υγείας και λειτούργησε ως «Γενικό Νοµαρχιακό Ογκολογικό Νοσοκοµείο Κάτω Κηφισιάς».

Τον Μάιο του 1989, αναβίωσε η προσφορά αιµοδοσίας που είχε ξεκινήσει, αλλά είχε αδρανήσει επί εποχής Μεγάλου Διδασκάλου Αλέξανδρου Τζαζόπουλου. Από το 1989, καθιερώθηκε πλέον ο θεσµός της Εθελοντικής Αιµοδοσίας από τους Αδελφούς της Αθήνας και του Πειραιά, κατόπιν πρωτοβουλίας του τότε Σεβασµίου της Στοάς «Βυζάντιον» Αδελφού Κωστή Δηµητριάδη και έκτοτε, διενεργείται αιµοδοσία υπέρ των παιδιών πού πάσχουν από Μεσογειακή Αναιµία, δύο φορές τον χρόνο, τον Μάιο και τον Δεκέµβριο.

Το 1995, το Τεκτονικό Ίδρυµα δώρισε στο Νοσοκοµείο Παίδων «Η Αγία Σοφία» µία σύγχρονη πλήρως εξοπλισµένη «Κινητή Μονάδα Αιµοληψίας», ώστε να καλύπτονται πληρέστερα οι αιµοληψίες του Νοσοκοµείου. Το αποτέλεσµα υπήρξε θεαµατικό µια και µετά από την απόκτηση της Αυτοκίνητης Μονάδας, πού κυκλοφορεί µε την ένδειξη «ΔΩΡΕΑ ΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ», αυξήθηκε ο συνολικός ετήσιος αριθµός των προσφεροµένων µονάδων αίµατος. Μέχρι τον Μάιο του 2024 έχουν γίνει 66 Αιµοληψίες, υπό την εποπτεία του Νοσοκοµείου Παίδων «Η Αγία Σοφία» που διαχειρίζεται τις προσφερόµενες µονάδες (φιάλες) αίµατος και συνολικά έχουν συλλεγεί περισσότερες από 15.000 φιάλες αίµατος.

Το Τεκτονικό Ίδρυµα βρίσκεται σε συνεχή επαφή µε τον Εθνικό Οργανισµό Μεταµοσχεύσεων, όπου έχουν καταχωρισθεί δεκάδες Τέκτονες µαζί µε τα µέλη των οικογενειών των ως δωρητές οργάνων. Από το 2014 µε το Σωµατείο «Συνδότες» που ιδρύθηκε από αδελφούς της Στοάς «Βυζάντιον», οι οποίοι πρωτοστάτησαν στην διάδοση της ιδέας της δωρεάς, γενικώς και ειδικότερον της ύψιστης έκφρασής της, που είναι η ανιδιοτελής προσφορά µοσχευµάτων του ανθρώπινου σώµατος προς όφελος συνανθρώπων µας και µεταµόσχευσης µυελού των οστών.

7.

Στο σήμερα

Το 1976, εισήχθη στην Ελλάδα και ο δεύτερος µεγάλος Τεκτονικός Τύπος, αυτός της Υόρκης, ο οποίος από το 1993 βρίσκεται υπό την αιγίδα της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος. Στον απόηχο της αναστάτωσης που ακολούθησε από λάθος χειρισµούς, το 1986, Τέκτονες από έξι κανονικώς συγκεκροτηµένες Στοές αποκήρυξαν την Μεγάλη Στοά της Ελλάδος και στην συνέχεια συγκρότησαν ένα νέο σώµα, υπό την επωνυµία «Εθνική Μεγάλη Στοά της Ελλάδος». Παρά την νοµική κατοχύρωση και την πρόσκαιρη αναγνώριση του σώµατος αυτού, έχει καταστεί διεθνώς σαφές ότι ουδέποτε εκπληρώθηκαν τα κριτήρια τεκτονικής κανονικότητας και αναγνωρισιµότητας. Η «Εθνική Μεγάλη Στοά της Ελλάδος» εγκαθιδρύθηκε µόνη της σε επικράτεια, όπου υπήρχε η Μεγάλη Στοά της Ελλάδος, κανονικά εγκαθιδρυµένη και νοµίµως εγκατεστηµένη από το 1811, ως µοναδική τεκτονική Αρχή. Το γεγονός αυτό είναι τεκτονικώς απαράδεκτο από τα διεθνώς κρατούντα, την αρχαία τεκτονική παράδοση και τα οριοθέσια και ρητά απαγορεύεται λόγω του ότι στον Ελλαδικό γεωγραφικό χώρο υπήρχε ήδη άλλη Μεγάλη Στοά.

Οι υποκινούµενες από ανιδιοτελή κίνητρα προσπάθειες επανένωσης των αδελφών της «Εθνικής Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος» µε συγχώνευση δι’ απορρόφησης σε µία Μεγάλη Στοά που έγιναν το 2019 απέβησαν άκαρπες, πλην όµως η Μεγάλη Στοά της Ελλάδος δεν παύει να ευελπιστεί ότι το χάσµα που έχουν δηµιουργήσει αυτοί οι λίγοι νέοι αδελφοί που δεν έλκουν µυητική διαδοχή από την µητέρα Μεγάλη Στοά και αισθάνονται ότι ανήκουν σε ένα άλλο ξένο σώµα, κάποτε θα γεφυρωθεί και ο αξιακός κώδικας της ειλικρινούς αδελφικής αγάπης των ανά την οικουµένη Τεκτόνων θα επικρατήσει, υπερκεράζοντας κάθε κακόβουλη ή ιδιοτελή τροχοπέδη.

Σήµερα, η «Μεγάλη Στοά της Ελλάδος των Αρχαίων Ελευθέρων και Αποδεδεγµένων Τεκτόνων», όπως καλείται µε απόφαση του 1988, µε 118 ενεργές Στοές σε ολόκληρη την Ελληνική Επικράτεια (και Τεκτονική Δικαιοδοσία) υπό την αιγίδα της, παραµένει κυρίαρχη διοικητική οντότητα του µακραίωνου εν Ελλάδι Τεκτονισµού.  Μετά από πλήρη αναµόρφωση όλων των οργανωτικών της δοµών, η Μεγάλη Στοά της Ελλάδος εγκατέστησε σύγχρονο και ολοκληρωµένο µηχανογραφικό σύστηµα για την γραµµατειακή, λογιστική και φορολογική λειτουργία των φορέων της, µε συστηµατικό εσωτερικό έλεγχο, εφαρµόζοντας, υπό την έννοια αυτή, ένα σύστηµα αδιάβλητης και χρηστής οικονοµικής διαχείρισης, υπό συνθήκες απόλυτης διαφάνειας.

Τα διοικητικά όργανα της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος, διατηρώντας άριστες σχέσεις µε τις τεκτονικές δυνάµεις των επιγενόµενων βαθµών και χαίροντας της άκρας εκτίµησης, του σεβασµού και της αναγνώρισης πλέον των 200 Μεγάλων Στοών ανά την υφήλιο, εξακολουθούν να προσφέρουν εξόχως σηµαντικό ανθρωπιστικό έργο για την ελληνική κοινωνία, αλλά και προστατεύουν µε κάθε τρόπο και από κάθε επίβουλη δράση τους Έλληνες Τέκτονες, ενισχύοντας τις προσπάθειές τους για ηθική και πνευµατική βελτίωση των ιδίων και ολόκληρης της ανθρωπότητας και καθοδηγώντας τους στις ατραπούς της Αρετής, της Ηθικής και της Δικαιοσύνης.