Διονύσιος Στεφάνου (1837-1916)

Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1837 όπου και παρακολούθησε τα εγκύκλια µαθήµατα. Ανακηρύχθηκε διδάκτορας της Νοµικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστηµίου και συµπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι. Μετά την επιστροφή του από εκεί στράφηκε στο δικαστικό σώµα και ανήλθε στον βαθµό του Αρεοπαγίτη.
Όντας διαπρεπής νοµοµαθής επιδόθηκε το 1890 στην πολιτική, εκλέχθηκε το 1893 βουλευτής Ζακύνθου και διετέλεσε Υπουργός Δικαιοσύνης σε όλη τη διάρκεια της Βουλής του 1893. Έχοντας εκλεγεί και πάλι βουλευτής το 1895, ανέλαβε για δεύτερη φορά το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Αποσύρθηκε από την πολιτική το 1897 µετά τον Ελληνοτουρκικό πόλεµο, οπότε και µετέβη στην Κωνσταντινούπολη το 1898 για να διαπραγµατευθεί τη Συνθήκη Ειρήνης και το 1899-1900 για να διαπραγµατευθεί τον καταρτισµό των νέων εµπορικών συµβάσεων µε την Τουρκία. Εκπροσώπησε επάξια την Ελλάδα στη Διεθνή Επιτροπή που ρύθµισε τις καταβλητέες αποζηµιώσεις στους ξένους υπηκόους στην Αίγυπτο για τις ζημιές που υπέστησαν κατά τις εκεί ταραχές.
Άλλη αξιόλογη πατριωτική συµβολή του είναι η σύνταξη, µε πρωτοβουλία του αειµνήστου αδ. Στέφανου Σκουλούδη, πολύτιµου υποµνήµατος «περί των δικαιωµάτων επί των εκ των αρχαίων συνθηκών προνοµίων µετά παρατηρήσεών τινων επί της συνοµολογήσεως συνθήκης περί εκδόσεως ήν ηξίου η Τουρκία». Το υπόµνηµα αυτό, το οποίο δηµοσιεύθηκε στη «Λευκή Βίβλο» του Υπουργείου Εξωτερικών, συντάχθηκε από τον αδ. Διονύσιο Στεφάνου ως πρόεδρο και τους Στ. Ι. Βουτυρά, Ευγ. Γ. Ζαλοκώστα, Ιωάννη Δ. Ναούµ ως µέλη. Με το υπόµνηµα αυτό, το οποίο έλαβαν υπόψη όσοι διαχειρίστηκαν τις προβληθείσες από την Αίγυπτο αντιρρήσεις επί διατάξεων του Συµβατικού Δικαίου των διοµολογήσεων, όχι µόνο ανατράπηκαν παρόµοιες αντιρρήσεις της Τουρκίας αλλά απορρίφθηκαν και οι αντίστοιχες εκ μέρους της αξιώσεις. Μετά το 1906 ο αδ. Διονύσιος Στεφάνου διετέλεσε για µακρό χρονικό διάστηµα σύµβουλος και αρχηγός του πολιτικού οίκου του βασιλέως Γεωργίου Α΄.
Εισήλθε στον Τεκτονισµό στη Στ. «Αστήρ της Ανατολής», στη «Στοά των Φιλικών» στη Ζάκυνθο, και υιοθετήθηκε στις 10 Δεκεµβρίου 1896 από τη Στ. «Πυθαγόρας». Διακρίθηκε και έγινε µέλος της Μεγ. Ανατ. και του Υπ. Συµβ. του 33ου. Διατέλεσε Μέγ. Διδ. κατά το χρονικό διάστημα 1905-1907 και συνετέλεσε στην αναδιοργάνωση του Ελληνικού Τεκτονισµού.
Μετέστη στην Αιώνια Ανατολή το 1911.