Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1883. Αφού παρακολούθησε τα εγκύκλια µαθήµατα στον Πειραιά µετέβη νεότατος στην Εσπερία για να συµπληρώσει τις σπουδές του και να επιδοθεί συγχρόνως σε εµπορικές και βιοµηχανικές σπουδές. Διπλωµατούχος πλέον της Σχολής των Πολιτικών Επιστηµών και της Ανωτάτης Εµπορικής Σχολής των Παρισίων και επιπλέον κάτοχος πτυχίου Χηµείας του Κολλεγίου του Λονδίνου, επανήλθε στην Ελλάδα για να µετάσχει µε τον αδελφό του στη διεύθυνση του βιοµηχανικού οίκου, του πατέρα του, Δηµοσθένη Πουρή. Στον τοµέα αυτό διακρίθηκε για την αξιόλογη ώθηση που έδωσε στη βιοµηχανία των οίνων και οινοπνευµάτων και συνετέλεσε στην ίδρυση του «Βάκχου», ανώνυµης εταιρείας των ενωµένων παραγωγών οίνων και οινοπνευµάτων της Ελλάδος. Ονομάσθηκε αξιωµατικός της Στρατιωτικής Ακαδηµίας της Γαλλίας, έφερε τα πολεµικά µετάλλια της Ελλάδος, υπήρξε σύµβουλος τραπεζών και βιοµηχανικών επιχειρήσεων και κατέλαβε επίζηλη θέση στην Αθηναϊκή και Πειραϊκή κοινωνία.
Εισήλθε στον Τεκτονισµό το 1906 οπότε και µυήθηκε στη Στ. «Αττικός Αστήρ», η οποία πρόσφερε αξιόλογες εθνικές υπηρεσίες υπό την εμπνευσμένη ηγεσία του Θεόδωρου Φλογαΐτη. Υιοθετήθηκε στις 23 Σεπτεµβρίου του 1916 από τη Στ. «Πυθαγόρας» και διετέλεσε ενεργό Μέλος του Υπ. Συµβ. του 33ου από το 1917. Υπηρέτησε ως Μέγ. Διδ. από το 1926 έως το 1931.
Με ενέργειές του αναγνωρίστηκε το Τεκτονικό Ίδρυµα από την Πολιτεία (10.12.1927) και ανεγέρθηκαν τα ιδιόκτητα Μέγαρα Αθηνών και Πειραιώς (1930).
Το 1969 µετέστη στην Αιώνια Ανατολή.