Ο Γουσταύος ΣΤ’ Αδόλφος (Gustaf VI Adolf, 1882–1973) ήταν βασιλιάς της Σουηδίας από το 1950 έως το 1973. Γεννημένος στο Βασιλικό Παλάτι της Στοκχόλμης, ήταν ο πρωτότοκος γιος του βασιλιά Γουσταύου Ε’ και της βασίλισσας Βικτωρίας. Με τη γέννησή του, έλαβε τον τίτλο του Δούκα του Σκόνε.
Το 1905, παντρεύτηκε τη Μαργαρίτα του Κονώτ, με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά. Μετά τον θάνατό της το 1920, νυμφεύτηκε το 1923 τη Λουίζα Μαουντμπάττεν.
Ως διάδοχος του θρόνου από το 1907, ο Γουσταύος ΣΤ’ Αδόλφος ανέβηκε στον θρόνο το 1950, σε ηλικία 67 ετών, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, υιοθέτησε το προσωπικό σύνθημα “Plikten framför allt” («Το καθήκον πριν από όλα») και υποστήριξε τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που οδήγησαν σε σημαντικές αλλαγές στη σουηδική πολιτική δομή.
Εκτός από τα βασιλικά του καθήκοντα, ο Γουσταύος ΣΤ’ Αδόλφος ήταν γνωστός για το ενδιαφέρον του στην αρχαιολογία και την τέχνη. Συμμετείχε σε αρχαιολογικές ανασκαφές και συνέβαλε στην προώθηση των τεχνών στη Σουηδία.
Ο Γουσταύος ΣΤ’ Αδόλφος ήταν πράγματι Ελευθεροτέκτονας. Κατείχε τη θέση του Μεγάλου Διδασκάλου της Σουηδικής Τεκτονικής Αδελφότητας, ένας ρόλος που παραδοσιακά συνδέεται με τους Σουηδούς μονάρχες.
Το Σουηδικό Τυπικό που χρησιμοποιείται, περιλαμβάνει μια σειρά βαθμών οργανωμένων σε διάφορα επίπεδα στοών. Ως Μεγάλος Διδάσκαλος είχε πλήρη γνώση της λειτουργίας του Σουηδικού Τυπικού και του συστήματος βαθμών του.
Ως Μεγάλος Διδάσκαλος, ο Γουσταύος ΣΤ’ είχε ενεργό ρόλο στην Τεκτονική Αδελφότητα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του.
Απεβίωσε το 1973 στο Χέλσινμποργκ, λίγο πριν συμπληρώσει τα 91 χρόνια ζωής.